Δευτέρα 21 Ιουλίου 2008

Ο ΜΑΡΞ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΝΩΡΙΣ

Ψηλαφώντας το περιεχόμενο του Κομμουνισμού

Η Κομμουνιστική προοπτική αποτελεί τη μοναδική εφικτή λύση απέναντι στην καπιταλιστική βαρβαρότητα

ΜΠΑΜΠΗΣ ΣΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΗΝΑΚΑΚΗΣ


Στο νέο του βιβλίο, με τίτλο Ο Μαρξ Γεννήθηκε Νωρίς (εκδ. Γκοβόστης) ο Γιώργος Ρούσης διερευνά την ουσία του Κομμουνισμού και τους απαραίτητους όρους για την υπέρβαση του καπιταλισμού, σε αντιδιαστολή με τα εκφυλισμένα αντεργατικά καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Στο βιβλίο του με τίτλο Ο Μαρξ Γεννήθηκε Νωρίς (εκδ. Γκοβόστης), που κυκλοφόρησε πρόσφατα, ο Γιώργος Ρούσης θέτει με αιχμηρό τρόπο μια σειρά από ουσιαστικά και ακανθώδη ερωτήματα, τα οποία απασχολούν – ή πρέπει να απασχολούν – τόσο τους θεωρητικούς του κομμουνισμού όσο και τους αγωνιστές του εργατικού και φοιτητικού κινήματος και των άλλων κοινωνικών μετώπων.

Ο συγγραφέας δηλώνει ρητά πως επιδίωξή του είναι να αποδείξει ότι η κομμουνιστική προοπτική – η προοπτική της χειραφέτησης της κοινωνικής ατομικότητας – αποτελεί σήμερα τη μοναδική εφικτή λύση απέναντι στην καπιταλιστική βαρβαρότητα, έτσι ώστε η γη να πάψει να αποτελεί λιβάδι των δακρύων για τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της (σελ. 19). Και ενώ υποστηρίζει την επικαιρότητα του κομμουνισμού, παράλληλα εντοπίζει την αντίφαση στην πορεία της ανθρωπότητας, όπου η ωρίμανση των αντικειμενικών-υλικών συνθηκών περάσματος στην κομμουνιστική κοινωνία είναι ευθέως ανάλογη με την ενίσχυση του ρεύματος της ενσωμάτωσης ή αντιστρόφως ανάλογη με την όξυνση της ταξικής πάλης και την ωρίμανση της επαναστατικής συνείδησης (σελ. 20).

Για τον Γ. Ρούση, ο κομμουνισμός δεν ταυτίζεται με τον κρατισμό, τον αυταρχισμό, την ανελευθερία και την προς τα κάτω ισοπέδωση-ταύτιση για την οποία κάθε άλλο παρά άμοιρος ευθυνών είναι ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» (σελ. 35). Επίσης δεν ταυτίζεται με τα – πραγματικά ή υποτιθέμενα – μέσα για την πραγμάτωσή του (εξουσία εργατικής τάξης, σοσιαλισμός, εξουσία του κόμματος ή της ηγεσίας, μεταρρυθμίσεις σε καπιταλιστικά πλαίσια). Κομμουνισμός είναι η ανάπτυξη των ανθρώπινων δυνάμεων και δραστηριοτήτων έτσι ώστε να μετατραπούν από μέσο επιβίωσης, από ανάγκη σε αυτοσκοπούς, σε εκδηλώσεις της ελευθερίας του καθολικού ανθρώπου (σελ. 41).

Η ανάλυσή του για την επικαιρότητα του κομμουνισμού, σήμερα περισσότερο από το 19ο αιώνα, θεμελιώνεται στην αναλογία με τη διάσταση τυπικής και πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο. Η κατάσταση που «ταιριάζει» στον καπιταλισμό είναι η απόσπαση σχετικής υπεραξίας που συμβαδίζει με την πραγματική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο, δηλαδή την υποταγή του εργάτη όχι απλά στον κεφαλαιοκράτη, αλλά στις μηχανές που αυτός χρησιμοποιεί. Η ίδια η ανάπτυξη του καπιταλισμού οδηγεί στην κατάσταση που «η ανάπτυξη της επιστήμης, του ιδεατού αυτού και ταυτόχρονα πρακτικού πλούτου, δεν είναι παρά μια πλευρά, μια μορφή εμφάνισης της ανάπτυξης των ανθρώπινων παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή του πλούτου» (Grundrisse. Tομ. Β, σεκλ. 410, Στοχαστής). Και συνεχίζει ο Μαρξ: «Ο φραγμός του κεφαλαίου είναι πως ολόκληρη αυτή η ανάπτυξη προχωρεί αντιθετικά, και η επεξεργασία των παραγωγικών δυνάμεων, του γενικού πλούτου και της γνώσης εμφανίζεται με τέτοιο τρόπο ώστε το εργαζόμενο υποκείμενο αλλοτριώνει τον εαυτό του (…) Αυτή η βάση σαν δυνατότητα για την καθολική δυνατότητα του ατόμου, και η πραγματική ανάπτυξη των ανθρώπων (…) σαν αδιάκοπη άρση του φραγμού αυτής της βάσης που έχει συνειδητοποιηθεί σαν φραγμός και δεν περνάει για ιερό όριο. Η καθολικότητα του ατόμου όχι στη νόηση ή τη φαντασία, αλλά στην καθολικότητα των πραγματικών και ιδεατών του σχέσεων. Γι’ αυτό και κατανόηση της ίδιας του της ιστορίας σαν διαδικασίας και γνώση της φύσης (…) σαν δικού του πραγματικού σώματος (…) Για να γίνουν όμως όλα αυτά πρέπει, πάνω απ’ όλα, η πλήρης ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων να έχει γίνει όρος της παραγωγής. Όχι να τοποθετούνται ορισμένοι όροι της παραγωγής σαν όριο στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων».

Αυτή η κατάσταση, που σύμφωνα με το συγγραφέα ισχύει σήμερα και όχι στο 19ο αιώνα ή στις αρχές του 20ού είναι η πραγματική βάση για την οικοδόμηση του κομμουνισμού, ιδιαίτερα της ανώτερής του φάσης.

Στη βάση αυτή, η Οκτωβριανή Επανάσταση εξετάζεται ακριβώς ως απελευθερωτική προσπάθεια που το υλικό της υπόβαθρο ήταν αδύναμο για να την υποστηρίξει. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι δικαιολογούνται οι μπολσεβίκοι για το δρόμο που επέλεξαν για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Θα έπρεπε να είχε αναπτυχθεί ολόπλευρα η σοσιαλιστική δημοκρατία, θα έπρεπε να συνεχίσει να κυριαρχεί η επαναστατική λογική που θέτει τις μάζες στο προσκήνιο της ιστορίας. Και η αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας θα έπρεπε να συντελείται παράλληλα με την ανάπτυξη της κομμουνιστικής αυτοδιεύθυνσης και όχι με την ενίσχυση του κρατισμού και της γραφειοκρατίας» (σελ. 137).

Επιπλέον, ο συγγραφέας απορρίπτει τόσο τη ντετερμινιστική ερμηνεία του μαρξισμού που βασίζεται στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, όσο και τον ντετερμινισμό που βασίζεται στη μεσσιανική αντιμετώπιση της εργατικής τάξης.

Προσπαθώντας να απαντήσει στο αγωνιώδες ερώτημα γιατί οι προλετάριοι μέχρι τώρα, ιδίως στον κεφαλαιοκρατικά αναπτυγμένο κόσμο, δεν έχουν ανατρέψει τον καπιταλισμό, θίγει το ρόλο που έχουν μια σειρά πλευρές όπως η αποξένωση, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και των εργατικών κατακτήσεων, ο οικονομικός και εξωοικονομικός καταναγκασμός, η εξαπάτηση μέσω των αστικοδημοκρατικών θεσμών κλπ. Δεν διστάζει να παρατηρήσει, επίσης, ότι οι κλασικοί είχαν υποτιμήσει την τάση ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης.

Οι ελπίδες αφύπνισης του ναρκωμένου γίγαντα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο συγγραφέας, βρίσκονται στην αναίρεση των συνθηκών της συναινετικής ενσωμάτωσης από τη μεριά του κεφαλαίου μέσω της κρίσης και της νεοφιλελεύθερης επίθεσης. Ο νέος ρόλος του κράτους, η αναβάθμιση της εξωοικονομικής βίας και του πολιτικού αυταρχισμού σπάνε τις αυταπάτες της αστικής δημοκρατίας. Γενικά ο σύγχρονος καπιταλισμός εξαναγκάζει τους εργαζόμενους να δουν με νηφαλιότητα τις πραγματικές κοινωνικές τους σχέσεις, «μειώνοντας» την πραγμοποίηση.

Εν κατακλείδι, η αξία που έχει το βιβλίο του Γ. Ρούση βρίσκεται και στο ότι θέτει μια σειρά ερωτημάτων και ζητημάτων που συνήθως αποφεύγουν να θέσουν τόσο οι κάθε λογής «ορθόδοξοι» μαρξιστές (αν υπάρχει κάτι τέτοιο) όσο και αρκετοί αιρετικοί, αντικαπιταλιστές ή ριζοσπάστες διανοούμενοι. Αλλά και στο ότι οι απαντήσεις που δίνονται έχουν θεωρητικό βάθος, διασταυρώνονται με την πολιτική οπτική και ανάγκη μιας νέας κομμουνιστικής πολιτικής πρότασης, γραμμής και οργάνωσης, και σίγουρα τροφοδοτούν τις αναζητήσεις των επαναστατών που ισορροπούν στο στενό πέρασμα από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αναγνώστες